Ακαρνανικά παραμύθια – Ο παπάς και τα λουκάνικα
Μια παραμονή των Φώτων πήρε ο παπάς κι ένα παιδί κοντά του και βγήκε γύρω στο χωριό με την αγιαστούρα* του. Το παιδί κρατούσε το καλάθι για τ’ αυγά κι άλλα φιλέματα* και το τσουκάλι με τον αγιασμό.
Μπαίνουν σ’ ένα σπίτι και βλέπει ο παπάς λαχταριστά λουκάνικα κρεμασμένα κι άντερα χοιρινά περασμένα στις βέργες κι άρχισαν να τρέχουν τα σάλια του. Έλα όμως που ντρεπόταν να ζητήσει, κι η νοικοκυρά ούτε που έδειχνε διάθεση να τον φιλέψει.
Σκέφτηκε λοιπόν πως άλλος τρόπος δεν υπήρχε παρά να βουτήξει κανένα το παίδι, ο Γιάννης, κι άρχισε να του δίνει το μήνυμα ψαλτικά, ώστε να μην καταλάβει τίποτε η νοικοκυρά.
Εν Ιορδάνη βλέπω αντερολουκάνικα,άπλωσε, βρε Γιάννη, και βάλ’ το στη μανίκα! Μα ο Γιάννης δεν αποφασίζει, γιατί φοβάται και του απαντάει ψαλτικά κι αυτός.Όχι, βρε παπούλη, γιατί θα μας δούνε και θα πάρουν ξύλο και θα μας βαρούνε!
Έτσι ο παπάς ο καψερός δε γεύτηκε τα λουκάνικα και του ‘μεινε μόνο η κολασμάρα. [block type=”rounded” color=”#FFF” background=”#F16A10″] Αγιαστούρα = το ματσάκι βασιλικού ή ελιάς με το οποίο ραντίζει ο παπάς κατά τον αγιασμό.
Φιλέματα = τα δώρα. [/block]